Το ιδιαίτερο «σουηδικό μοντέλο» απέναντι στην πανδημία

«Πρέπει να κλείσουμε τη Στοκχόλμη τώρα»

PAULINA BJORK-ΚΑΨΑΛΗ
kathimerini.gr

«Oλοι μιλούν για τις χειρουργικές μάσκες» λέω στη μητέρα μου στο τηλέφωνο. Είναι Φεβρουάριος, μερικές μέρες πριν από τα πρώτα κρούσματα στην Ελλάδα, αλλά η κουβέντα για το αν πρέπει να φοράμε μάσκες έχει ξεκινήσει. Στη Σουηδία όπου ζει η μητέρα μου, το πρώτο κρούσμα (μία γυναίκα που είχε ταξιδέψει στη Γουχάν) είχε εντοπιστεί στις 31 Ιανουαρίου, αλλά θεωρήθηκε μεμονωμένο. «Μόνο μία από τις καθαρίστριες στο σχολείο φορούσε μάσκα», μου λέει η μητέρα. «Έγινε σούσουρο, πολλοί θεώρησαν ότι κάτι πρέπει να της πούμε. Ήταν τόσο παράξενο». Και στις δύο άκρες της τηλεφωνικής γραμμής, που βρίσκονται στα δύο άκρα της Ευρώπης, μας πιάνει μια ανατριχίλα. Αλλάζουμε θέμα. Θέλω να μου φέρει βιβλία για μωρά. Έχει εισιτήρια να με επισκεφθεί το δικό τους Πάσχα.

Είναι αναπόφευκτη η σύγκριση του πώς αντέδρασαν στην πανδημία οι δύο πατρίδες μου – δύο χώρες με αντίστοιχο πληθυσμό, με χρονική σύμπτωση στη διασπορά του ιού στην κοινότητα, που πέρασαν το στατιστικό φράγμα των πέντε θανάτων με μία μέρα διαφορά. Πρόκειται όμως και για δύο χώρες με βασικές κοινωνικές διαφορές: η Σουηδία έχει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά μονομελών νοικοκυριών στον κόσμο και είναι πολύ πιο αραιοκατοικημένη από την Ελλάδα, όπου συχνά την ίδια στέγη μοιράζονται μέλη διαφορετικών γενεών. Εκεί χαιρετώ τους φίλους μου με μια αγκαλιά, εδώ με ασπασμό. Εκεί παραγγέλνω το πιάτο μου, εδώ μοιράζομαι μεζέδες και κόβω το ψωμί με τα χέρια.

Kαι μόνο με βάση αυτές τις διαφορές, ο καθένας θα στοιχημάτιζε ότι η Ελλάδα θα υπέφερε περισσότερο από τον κορονοϊό, ιδίως αν αναλογιζόταν ότι η Σουηδία έχει μακρά παράδοση στην ποιοτική περίθαλψη, ενώ η Ελλάδα προέρχεται από μια οικονομική κρίση που είχε «τραυματίσει» και το σύστημα υγείας της. Και όμως, τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν έτσι. Η Σουηδία μετράει περίπου 5,5 φορές περισσότερους νεκρούς και έναν πολύ πιο τρομακτικό ρυθμό αύξησης των κρουσμάτων, αντίστοιχο με εκείνον του Ηνωμένου Βασιλείου και των ΗΠΑ. «Χιλιάδες θα χαθούν. Πρέπει να προετοιμαστούμε γι’ αυτό», έλεγε ο πρωθυπουργός Στέφαν Λεβέν στην εφημερίδα Dagens Nyheter στις 3 Απριλίου.

Στο διεθνές εκθεσιακό κέντρο της Στοκχόλμης, στο Älvsjö, στήνεται αυτοσχέδιο νοσοκομείο. Ένας από τους μηχανικούς του έργου που δεν επιθυμεί να κατονομαστεί, μου γράφει στο Facebook: «Σήμερα κατασκευάσαμε στο πάρκινγκ έναν θάλαμο για να πενθούν οι συγγενείς. Ξαφνικά το μέγεθος της πανδημίας σε “χτυπά” σαν γροθιά στο στομάχι. Το να βλέπεις ψυγεία-κοντέινερ που προορίζονται για ανθρώπους είναι σουρεαλιστικό».

Διαφορετικοί δρόμοι

Τηλεφωνώ και πάλι στη μαμά μου στις 27 Φεβρουαρίου. Της λέω ότι έχω φύγει νωρίς από το γραφείο, γιατί έχουμε ένα πιθανό κρούσμα. «Τρέξε στο σούπερ μάρκετ να αγοράσεις μακαρόνια», αστειεύεται.

Αν και τις επόμενες εβδομάδες η Ελλάδα εφάρμοζε σταδιακά πρωτοφανή μέτρα, που κορυφώθηκαν με την απαγόρευση κυκλοφορίας στις 23 Μαρτίου, η σουηδική κυβέρνηση ενθάρρυνε όσους δεν είχαν συμπτώματα να πηγαίνουν στις δουλειές και στα σχολεία τους. Tα μόνα μέτρα στο ίδιο μήκος κύματος με άλλες χώρες, ήταν η απαγόρευση συναθροίσεων άνω των 500 ατόμων στις 11 Μαρτίου (περιορίστηκαν στα 50 άτομα στις 29 Μαρτίου), το κλείσιμο κολεγίων και πανεπιστημίων στις 18 Μαρτίου και η απαγόρευση επισκέψεων σε γηροκομεία την 1η Απριλίου.

Κατά τα άλλα, η κυβέρνηση επέλεξε να απευθύνει συστάσεις. Σχολεία πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, καταστήματα και εστιατόρια παραμένουν ανοικτά. Αν και οι Eλληνες προσαρμόστηκαν στη δουλειά από το σπίτι, το αντισηπτικό στην τσάντα και στη γιόγκα μέσω Ιντερνετ, οι Σουηδοί παρακολουθούν μεν τις καθημερινές ενημερώσεις του υπεύθυνου επιδημιολόγου Αντερς Τέγκνελ, αλλά λίγο έχουν αλλάξει τις συνήθειές τους.

Η εικόνα που μου μεταφέρουν γνωστοί είναι ότι ψωνίζουν τα απαραίτητα από το Ίντερνετ, αλλά και καλούν φίλους στο σπίτι ή βγαίνουν έξω για φαγητό για να υποστηρίξουν τα εστιατόρια της γειτονιάς. «Θα λάβουμε αυστηρότερα μέτρα όταν χρειαστεί», επαναλάμβανε μέχρι χθες ο Τέγκνελ.

«Εμπιστεύεσαι τους ειδικούς και συνεχίζεις»

Η Linnea Björkbacka είναι επικεφαλής της μονάδας ηλικιωμένων στο κεντρικό νοσοκομείο Västeras. «Είμαι έγκυος, ως εκ τούτου δεν έρχομαι σε επαφή με ασθενείς του κορονοϊού, αλλά έτσι κι αλλιώς στη δουλειά μου δεν επιτρέπεται φόβος», αναφέρει. «Κατά κάποιον τρόπο είναι περίεργο, ίσως και αφελές, να είμαστε η μόνη χώρα που δεν λαμβάνει αυστηρότερα μέτρα, αλλά τι άλλο μπορείς να κάνεις πέραν του να εμπιστεύεσαι τους ειδικούς και να συνεχίζεις την καθημερινότητά σου; Η κόρη μου είχε συνάχι για εβδομάδες και ο σύζυγός μου και εγώ την προσέχουμε με βάρδιες, αλλά μετά πρέπει να πηγαίνουμε και στις δουλειές μας. Δεν αφήνω τους παππούδες να την προσέχουν, αλλά πέραν αυτού η ζωή συνεχίζεται».

Τόσο ο Σουηδός πρωθυπουργός όσο και η ηγεσία του υπουργείου Υγείας απορρίπτουν την κριτική που διατυπώνεται σε διεθνή ΜΜΕ, ότι η τακτική τους παραπέμπει σε «Κοινωνικό Δαρβινισμό» και σε έναν απάνθρωπο αγώνα δρόμου προς την «ανοσία της αγέλης». Το σταθερό επιχείρημα των Σουηδών υπευθύνων είναι ότι τα πιο αυστηρά μέτρα δεν μπορούν να συνεχίζονται επί μακρόν. Υποστηρίζουν ότι οι περιορισμοί άλλων χωρών είναι τόσο ακραίοι που θα πρέπει να χαλαρώσουν πριν τελειώσει ο πόλεμος με την πανδημία, πυροδοτώντας ουσιαστικά ένα νέο κύμα διάδοσης.

Εν είδει υποσημείωσης, κάποιοι πολιτικοί επικαλούνται και το Σύνταγμα, που δεν επιτρέπει την κήρυξη της χώρας σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης παρά μόνον σε καιρό πολέμου, καθιστώντας αδύνατη την ταχεία λήψη μέτρων. Μια μικρή μάχη κερδήθηκε. Έπειτα από βροχή μηνυμάτων στη μητέρα μου να μείνει σπίτι, μου απάντησε:

«Σήμερα και όποια άλλη μέρα μπορέσω θα δουλέψω από το σπίτι. Βγαίνω για ψώνια το βράδυ. Έχω αντισηπτικό στην τσάντα. Κάνω ό,τι μας λένε».

Oι διαφορές στον τρόπο ζωής των δύο λαών δεν είναι οι μόνες. Οι Σουηδοί ευτύχησαν να μη γνωρίσουν πόλεμο, κατοχή ή μεγάλες φυσικές καταστροφές, ως εκ τούτου δεν έχουν τα αντανακλαστικά αυτοσυντήρησης των Ελλήνων.

Οι Σουηδοί, επίσης, έχουν μακρά παράδοση εμπιστοσύνης στους κρατικούς θεσμούς. Η λέξη «lagom», που σημαίνει «όσο είναι αρκετό» αλλά συνδέεται και με τη σουηδική λέξη «νόμος» που μας προσδιορίζει ως λαό. Αντλούμε υπερηφάνεια από το γεγονός ότι είμαστε νομοταγείς, προσγειωμένοι, λογικοί και μετρημένοι.

Εξηγώντας γιατί βασίζονται μόνο σε συστάσεις (πλύσιμο χεριών, προαιρετική εργασία από το σπίτι, όχι επισκέψεις σε ηλικιωμένους) αντί των απαγορεύσεων, τόσο ο Στέφαν Λεβέν όσο και ο Αντερς Τέγκνελ έχουν αναφερθεί στο γνώρισμα των Σουηδών, να κάνουν ό,τι τους λένε. Πιστεύουν ότι οι πολίτες θα τηρήσουν οικειοθελώς την κοινωνική απόσταση και ότι η πεποίθησή τους αυτή θα θωρακίσει την αμοιβαία εμπιστοσύνη.

Ωστόσο, τα στοιχεία της Google δείχνουν ότι οι Σουηδοί άλλαξαν τις συνήθειές τους πολύ λιγότερο από άλλους λαούς, ως εκ τούτου οι απλές συστάσεις δεν είναι τόσο αποτελεσματικές όσο οι απαγορεύσεις. Όταν ο χρόνος που περνούν οι Ελληνες εκτός σπιτιού για ψώνια και αναψυχή έχει περιοριστεί κατά 80%, στη Σουηδία η μείωση είναι μόλις 24%.

Όταν σε πολλές χώρες τα πάρκα έχουν ερημώσει, στη Σουηδία η επισκεψιμότητά τους έχει αυξηθεί. Φωτογραφίες από τη Στοκχόλμη το περασμένο Σαββατοκύριακο δείχνουν εξωτερικούς χώρους εστιατορίων γεμάτους και ανθρώπους να βγάζουν ανέμελες σέλφι κάτω από τις ανθισμένες κερασιές στο Kungsträdgarden. Φαίνεται ότι ο ερχομός της άνοιξης είναι πιο ισχυρός από τις κυβερνητικές συστάσεις...

«Δεν υπάρχουν επαρκείς οδηγίες»

Η Victoria Olander εργάζεται ως νοσοκόμα σε οίκο ευγηρίας στο νησί Lidingö, ένα από τα καλά προάστια της Στοκχόλμης.

Στη βάρδια της ποτίζει με αντισηπτικό Virkon μια πάνα ακράτειας, την απλώνει στο πάτωμα και σκουπίζει σ’ αυτό τα παπούτσια της κάθε φορά που βγαίνει από το δωμάτιο ασθενούς.

Αυτό δεν αποτελεί «επίσημο» μέτρο πρόληψης, αλλά η Victoria δουλεύει στον κλάδο υγείας 33 χρόνια και ξέρει τα μυστικά της πρόληψης. Παρόλο που η κυβέρνηση απηύθυνε νωρίς συστάσεις να αποφεύγονται οι επισκέψεις σε ηλικιωμένους και τελικά τις απαγόρευσε, πολλοί οίκοι ευγηρίας έχουν προσβληθεί από τον κορονοϊό.

Η Victoria πιστεύει ότι τον μετέδωσαν έκτακτοι ωρομίσθιοι νοσηλευτές, που κινούνται από τον ένα οίκο στον άλλο. «Δεν υπάρχει ούτε η γνώση ούτε οι επαρκείς οδηγίες για το πώς μπορούμε να αποφύγουμε τη διάδοση», τονίζει. Τη ρωτάω αν φοβάται μήπως κολλήσει και στην αρχή αστειεύεται: «Το μόνο που φοβάμαι είναι τα φίδια και η ασφυξία».

Για να προσθέσει: «Τελευταία, στα νοσοκομεία ο μόνος τρόπος να σε βοηθήσουν είναι αν είσαι στα πρόθυρα να σου κοπεί η ανάσα. Φοβάμαι μήπως μου τύχει τέτοιο περιστατικό».

Εσωτερικό σημείωμα

Την περασμένη εβδομάδα διέρρευσε στα ΜΜΕ της χώρας ένα εσωτερικό σημείωμα προς το προσωπικό του πανεπιστημιακού νοσοκομείου Karolinska. Κατέληγε: «Θα χρειαστεί να διακόψουμε τη θεραπεία μεγάλου αριθμού νοσηλευομένων στις ΜΕΘ, τους οποίους υπό κανονικές συνθήκες θα περιθάλπαμε. Το πιο σημαντικό καθήκον μας είναι να σώσουμε όσο το δυνατόν περισσότερες ζωές». Η καθηγήτρια Λοιμωξιολογίας Cecilia Söderberg-Naucler δήλωσε στο Reuters: «Δεν έχουμε επιλογή, πρέπει να κλείσουμε τη Στοκχόλμη τώρα».

Το Σάββατο η κυβέρνηση παρουσίασε μια νέα πρόταση νόμου που θα τις έδινε την προσωρινή δικαιοδοσία να παρακάμψει το Σύνταγμα και τα θεσμικά όργανα και να λάβει ταχύτερα μέτρα, όπως το κλείσιμο των σχολείων και των εστιατορίων.

Την Κυριακή κατατέθηκε και τροπολογία που θα διασφαλίζει το δικαίωμα της Βουλής να ασκεί βέτο σε κάθε τέτοια απόφαση. Πολλοί παραμένουν επιφυλακτικοί στο ενδεχόμενο να περάσει ένας τέτοιος νόμος.

Στη Σουηδία είναι Πάσχα. Ένα μεγάλο δέμα που έχει στείλει η μητέρα μου, με βιβλία για μωρά, καταφθάνει. Θέλουμε το παιδί που περιμένουμε να μεγαλώσει με δύο γλώσσες.

Πάντα πίστευα ότι ίσως κάποια μέρα χρειαζόταν την ασφάλεια της Σουηδίας.

«Τους ζητούν να πεθάνουν»
«Από τη μία πλευρά, η ζωή μοιάζει ίδια. Τα σούπερ μάρκετ είναι γεμάτα. Οι δρόμοι έχουν κάπως λιγότερη κίνηση, σαν να είναι αργία. Από την άλλη πλευρά, φιλικό μου πρόσωπο έχει διασωληνωθεί εδώ και τρεις ημέρες. Η σύζυγός του δεν μπορεί να τον επισκεφθεί. Κάθεται πάνω από το τηλέφωνο και περιμένει ενημέρωση από το νοσοκομείο, κάθε βράδυ στις 8. Εν τω μεταξύ, νοσοκομεία στη βόρεια Σουηδία έχουν αρχίσει να επικοινωνούν με ηλικιωμένους και να τους ζητούν να απεμπολήσουν το δικαίωμά τους να μπουν σε μηχάνημα υποστήριξης, αν καταλήξουν στο νοσοκομείο. Τους ζητούν να πεθάνουν».
ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΠΑΣΧΑΛΙΔΟΥ

Δεν υπάρχουν σχόλια

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Από το Blogger.